Δευτέρα 18 Ιουνίου 2007

Σε άλλη γειτονιά






"Μετακομίζω γιατί χωρίζω"... Από το blogspot. Μη μασάτε. Όχι, δεν έφταιξε σε τίποτα. Απλά... Γιατί τα άλλα παιδάκια να πάνε σε βίλα και η BeBe σε διαμέρισμα;


Από σήμερα λεπόν εδώ:






Υ.Γ. Τα κείμενα έχουν μεταφερθεί αυτούσια. Δεν σας στερώ το δικαίωμα για χώσιμο. Απαπαπαπα..

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2007

Ραντεβού στα τυφλά

Κάποια Πρωτομαγιά με πήρε η Ξανθιά και πήγαμε στας εξοχάς. Ο καθαρός αέρας, οι παραλίες, οι ζέστες, ο πολύς ο ύπνος με είχαν βαρέσει στο κεφάλι και είχα μια φοβερή όρεξη για μαλακίτσες.

Κάθε φορά που το ομολογώ αυτό στα κοντινά μου πρόσωπα, μετά την πρώτη κραυγή "Ωχ!" έρχεται το κλασικό "Σε φοβάμαι λίγο. Που θα στείλεις και τί". Ε, αυτή τη φορά είπα να πρωτοτυπήσω και να αποφύγω την τεχνολογία. Λέω, ό,τι κάνω θα το κάνω αυτοπροσώπως.
Φτάνει το δεύτερο και τελευταίο βράδυ της ολιγοήμερης ανάπαυσής μας στας εξοχάς και πάμε σε τοπικό κλαμπίδι. Δυο γυναίκες μόνες τώρα, κάθε καρυδιάς καρύδι είχε έρθει να ακουμπήσει δήθεν το μπουφάν του κοντά στα ποτά μας. Καλά για τα σφηνάκια, δε το συζητώ. Είδα τον ουρανό με τα άστρα, που δεν υπήρχαν εκείνο το βράδυ,από το πολύ "στην υγειά σας".
Κι έρχεται η στιγμή της "μαλακίτσας". Η Ξανθιά δεν είχε πάρει είδηση για το τί την περίμενε και κυρίως τί περίμενε τον άνθρωπο που θα ανεχόταν την όρεξή μου. Είχε καταλάβει βεβαίως πως τον γλυκοκοίταζα αλλά όχι πως θα πιάσω και κουβέντα.

"Αποκλείεται. Εσύ; χαχαχαχα" μου λέει με πάσα βεβαιότητα. Επειδή είμαι και αντιδραστικό, πάω και πιάνω κουβέντα πετώντας κάτι ατάκες που δεν είχα ποτέ φανταστεί πως θα ξεστομίσω. Το κορυφαίο γίνεται την ώρα του αποχαιρετισμού, αφού τα σφηνάκια είχαν ήδη κάνει τη δουλειά τους και δεν πήγαινε άλλο η...υγειά μας. Είχα φροντίσει και είχα γράψει σε ένα χαρτί όνομα και τηλέφωνο(Ω! ναι το έκανα κι αυτό) και την ώρα της χειραψίας του δίνω το χέρι μου.
-Χάρηκα πολύ που σε γνώρισα. Ελπίζω να σε ξαναδώ.
(Προτάσσοντας το χέρι με κρυμμένο το χαρτί):
-Στο χέρι σου είναι. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Η Ξανθιά είχε ψοφήσει από τα γέλια, εγώ προσπαθούσα να καταλάβω αν όντως είχα πει τέτοιο πράγμα και ο καιρός κύλησε έτσι για κάποιο διάστημα με την τελευταία ατάκα που είχα πει στον άνθρωπο,να γίνεται σλόγκαν στην παρέα.

Μια Κυριακή, ένα μήνα μετά, είχα ξυπνήσει από ξενύχτι, προσπαθώντας να βρω τσιγάρα, αναπτήρα, τον καφέ, το κινητό που μου είχε σπάσει τα νεύρα από τον ήχο του μηνύματος. Άγνωστο νούμερο τι το νοιάζει τι κάνω μεσημεριάτικο. Ε, αφού έστειλα τα διαδικαστικά, για το ποιός είναι, σκάει το παραμύθι..
-Α! Ο "είναι στο χέρι σου". Πως και με θυμήθηκε; (ναι μονολογώ καμιά φορά).
Αφού μου έστειλε τη μισή ζωή του σε μηνύματα, κανονίζουμε να πάμε για καφέ λίγες μέρες μετά. Πιο συγκεκριμένα, την ημέρα που είχα κανονίσει όλες τις δουλειές του κόσμου για απόγευμα. Είχα δύο ώρες και κάτι στη διάθεσή μου πριν τον καφέ, να πάω να ψωνίσω ένα δώρο, να πάω να πάρω κάτι έγγραφα, να δω κάποιους παλιούς συναδέλφους,να γυρίσω σπίτι, να ετοιμαστώ και να πάω στο..."ραντεβού"(;).

Μπαίνω σε γνωστό πολυκατάστημα της Αθήνας έχοντας στο μυαλό μου μόνο το δώρο και όχι τις βιτρίνες με τα ρούχα που μου αρέσουν. Μπαίνω, παίρνω το δώρο, στην έξοδο αρχίζει να σφυρίζει σαν δαιμονισμένο το μηχάνημα για κλοπή. Γυρνάνε όλοι οι πελάτες και με κοιτάνε λες και αντίκρυσαν τον Πάσσαρη με περούκα, τη στιγμή που έπεσαν καταπάνω μου όλοι οι υπάλληλοι. Αφού με έψαξαν, συμφώνησαν πως μάλλον στην τσάντα μου, θα είχαν ξεχάσει κάποιο αντικλεπτικό(το οποίο και δεν φαινόταν πουθενά).

Βγαίνω ζητώντας ταπεινά συγνώμη για την αναστάτωση αλλά επειδή είμαι και περίεργη και αθετώ τον λόγο μου, μπήκα στο διπλανό παπουτσάδικο. Να σου πάλι τα ίδια. Εκεί δεν με κοίταξαν σαν τον Πάσσαρη, αλλά σαν κάτι ακόμα χειρότερο. Μια ψωνισμένη δίπλα μου, με όλες τις μάρκες πάνω της και ύφος χιλίων καρδιναλίων, άρχισε και φώναζε "Εδώ,εδώ"!
"Σιγά μωρή μη σου κλέψουμε την Λουί Βιτόν"(πάλι μονολόγησα). Η μούρη της ξίνισε ακόμη περισσότερο όταν άκουγε το μηχάνημα να σφυρίζει. Με ξαναψάξανε, τίποτα. Ε, είδα πως δεν με θέλει και αποφασίζω να φύγω.

Κατεβαίνω στο parking κατευθυνόμενη στο αυτοκίνητο ή έτσι νόμιζα τουλάχιστον γιατί το αυτοκίνητο δεν το έβλεπα πουθενά. Πήγα στον πρώτο όροφο,πήγα στον δεύτερο, πήγα και στον τρίτο. Στο δεξί διάζωμα, στο αριστερό,στη μέση. Να κρατάω το εισιτήριο στο χέρι με τόση μανία από τα νεύρα και την κούραση του ποδαρόδρομου που το είχα σχεδόν σκίσει.
Είχαν περάσει 40 λεπτά. Ποτέ δεν μου είχε τύχει τέτοιο πράγμα στο κωλοκατάστημα. Να θυμάμαι κιόλας έναν φίλο μου, που με είχε παρατήσει μες στην άγρια νύχτα μια φορά να κατέβω μόνη μου στο parking μετά από σινεμά και να φουντώνω ακόμα περισσότερο.
"Πάει, δεν θα προλάβω το ραντεβού" έλεγα και ξαναέλεγα ώσπου μετά από 1 ώρα, είδα φως στην άκρη του τούνελ. Το αμαξάκι μου, καθόταν εκεί και με περίμενε. Ή μάλλον εγώ περίμενα πότε σκατά θα το αντικρύσω.

Οι επόμενες υποχρεώσεις έγιναν σε χρόνο ντε-τε, ακόμα και η ετοιμασία μου. Σαν την τρελή οδηγούσα για να προλάβω, τον είχα στήσει τον άνθρωπο, να του λέω στο τηλέφωνο,έρχομαι έρχομαι, ψάχνω να παρκάρω και ακόμα να είμαι 4-5 φανάρια μακριά.
Η ώρα του μαρτυρίου είχε τελειώσει. Η στιγμή της συνάντησης είχε φτάσει και ανακουφισμένη περπατούσα προς το μέρος του. Κάποια δευτερόλεπτα μετά ήρθε κι άλλος μονόλογος-εσωτερικός αυτή τη φορά.
"Γιατί; Γιατί; Αφού είμαι καλό κορίτσι κατά βάθος".

Όπως καταλαβαίνετε, το αντίκρυσμα δεν ήταν το επιθυμητό. Δεν θυμάμαι καν πως πέρασε η ώρα της "γνωριμίας", που ούτε αυτή δεν έσωσε την κατάσταση, αλλά μου έμειναν κάτι ατάκες του τύπου "γαμησέ τα, σκληρή η ζωή, πουτάνα" εν μέσω συζήτησης που με έκαναν να αναθεματίζω την στιγμή που βρήκα νωρίς το αυτοκίνητο(Τι; μόνο εσύ θα πετάς κυρία μου ατάκες; Πάρτα τώρα).

-Έλα θα μου πεις πως πήγε; Καλός,καλός;
-Άστο Ξανθιά. Άστο σου λέω.
-Γιατί ρε; Τι έγινε;
-Δεν. Δεν καθόλου όμως σου λέω.
-Μα καλά δε σου άρεσε;
-Όχι.
-Τι όχι παιδί μου; Το τηλέφωνο γιατί το έδωσες;
-Τι να σου πω τώρα. Τα σφηνάκια, η εξοχή, ο μονόφθαλμος ανάμεσα στους τυφλούς... Είχε πολύ σκοτάδι στο μαγαζί ε;

Τρίτη 12 Ιουνίου 2007

Ο Πρίγκιπας

H Φεγγαρένια και η Τρελοφαντασμένη με κάλεσαν να παίξω λέει. Να γράψω για τον Πρίγκιπά μου. Πως θέλω να είναι, πως θα φέρεται, τι θα φορά, τι θα νιώθει. Αν έγραφα "Δεν ξέρω" θα ήταν εύκολο για μένα και απογοήτευση για τους άλλους. Κι όμως. Δεν μου αρέσει να βάζω τίποτα σε καλούπι. Ούτε καν αυτόν που θα έρθει. Κι από την άλλη δεν ξέρεις ποτέ αν ο Πρίγκιπάς σου μπορεί να έρθει. Κι αν έρθει βάτραχος; Δυστυχώς ραβδάκι δεν έχω και ούτε τόση μεγάλη φαντασία για μεταμορφώσεις.
Πιάνω πολλές φορές τον εαυτό μου να είμαι απαιτητική αλλά το αποτέλεσμα μόνο τις απαιτήσεις μου δεν φτάνει. Και όχι από συμβιβασμό, αλλά από επιλογή. Μπορεί να σκέφτομαι άλλα στοιχεία και να προκύπτουν άλλα. Μπορεί να θέλω μια επιβλητική φιγούρα και να έρχεται κάποια που να στέκεται πλάι μου χωρίς να με σκεπάζει.
Χρησιμοποιώ το "ποτέ μη λες ποτέ" συχνά και το πιστεύω. Ξέρω, ξέρω, δεν έχω αδυναμία στους ξανθούς και έχουν έρθει. Ούτε στους εγωϊστές, ούτε στους ζηλιάρηδες. Κι αυτοί έχουν όμως έρθει.

Την δύναμη του ανθρώπου να αγαπά, αυτήν σέβομαι. Κι αυτή επιθυμώ. Κι όταν γράφω το "σ'αγαπώ" δεν εννοώ τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από το να νιώθω μοναδική.

"Είσαστε όμορφα, μα είσαστε άδεια, πρόσθεσε. Κανείς δεν θα μπορούσε να πεθάνει για σας. Σίγουρα, κάποιος τυχαίος περαστικός, βλέποντας το δικό μου λουλούδι θα νόμιζε πως σας μοιάζει. Μα, από μόνο του αυτό, είναι πιο σημαντικό από όλα εσάς, γιατί εγώ το ποτίζω, το προφυλάσσω κάτω από ένα γυάλινο δοχείο. Γιατί είναι αυτό που εγώ προφύλαξα με το παραβάν. Γιατί αυτό είναι που του σκότωσα τις κάμπιες (εκτός από δυο ή τρεις που τις άφησα για να γίνουν πεταλούδες). Γιατί αυτό είναι εκείνο που το άκουσα να παραπονιέται ή να περηφανεύεται ή, μάλιστα, μερικές φορές να σωπαίνει. Γιατί είναι το τριαντάφυλλό Μου".

(Απόσπασμα από τον "Μικρό Πρίγκιπα" του Antoine de Saint-Exupéry.)

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2007

Φιλία...τι όμορφο πράγμα!


Ναί, ναί ξέρω...θα κοιτάς έκπλήκτη και δεν θα πιστεύεις πως έγραψα..αλλά να..φταίει μάλλον αυτό που περιμένω. Μετά θα πάρεις και τις άλλες και θα τους πει: "Μπείτε να δείτε, η ξανθιά αξιώθηκε να γράψει, η παλιοσούρπο"... Και εκείνες φυσικά σιγά μη χάσουν, χάνουμε ευκαιρία όταν βρίσκουμε θέμα για σχολιασμό; Και μετά ξέρεις, η μία να τηλεφωνεί στην άλλη και το ράδιο αρβύλα να φτάνει στον θεό...

Όλο αυτό το καιρό σε διαβάζω και όταν με ρωτάς τη γνώμη μου σχεδόν ποτέ δεν σου απαντώ. Τι να σου πω δηλαδή; Πόσο χαίρομαι που είσαι φίλη μου; Πόσο πολύ με εκφράζεις; Πόσο πολύ SS είμαστε και συγχρόνως πόσο διαφορετικές; Πόσο χαίρομαι που ακόμα και έτσι εκφράζεις αυτά που έχεις μέσα σου; Πόσο με συγκινείς; Πόσο πολύ θέλω να γράψουμε εκείνο το σενάριο μαζί; Πόσο πολύ με νευριάζεις που ώρες ώρες (χμμμ σχεδόν συνέχεια) είσαι μέσα στο άγχος και στη μελαγχολία αλλά τάχα το κρύβεις; Πόσο εκνευρίζομαι που δεν διεκδικείς αυτά που πραγματικά θες...; Πόσο σε ευχαριστώ που από εσένα ξεκίνησαν όλα;

Ξέρεις πως όταν γράφω κάτι, σχεδόν πάντα, πρώτα βάζω τον τίτλο και μετά ξεκινάω να αφήνω απωτυπώματα. Απόψε ξεκίνησα με τον τίτλο "Φιλία..τι δύσκολο πράγμα". Μετά από ώρα που κάπνιζα, σκεφτόμουν και προσπαθούσα να πληκτρολογήσω αυτά που τριγυρνάνε μέσα στο μυαλό μου ο τίτλός άλλαξε και έγινε "Φιλία...τι όμορφο πράγμα"!

Ε, μέχρι να βάλω την τελευταία μου τελεία (ή θαυμαστικό ή τρεις τελείες, θα δείξει) μπορεί να έχει αλλάξει.

Πάνε τέσσερα χρόνια. Τέσσερα εκπληκτικά χρόνια. Και όπως λέει και η Βίβο μοιάζουν σαν δεκατέσσερα. Τόσο έντονα, τόσο γεμάτα, τόσες στιγμές, τόσα γέλια..γέλια δυνατά ηχούν συνέχεια στα αυτιά μου (φυσικά υπερτερεί αυτό της μικρής). Σταμάτησα να γράφω για πόση ώρα..έβαλα τα χέρια κάτω από το πηγούνι μου και κρατούσα το προσωπό μου σκεφτόμενη συνεχώς όλες αυτές τις στιγμές. Τι να πρωτοθυμηθώ όμως; Και τι να αφήσω απ΄ έξω;

Πόσο διαφορετικές είμασταν τότε όλες. Πόσο αλλάξαμε η μία την άλλη και κάθε μία μόνη της. Πόσα πήραμε, πόσα δώσαμε. Πόσα ζήσαμε..και πόσα έχουμε ακόμα να ζήσουμε.

Έκανα λάθος τελικά. Νόμιζα πως μπορούσα να γράψω για τις φίλες μου και για τα όσα εκπληκτικά έχω ζήσει μαζί τους. Δεν μπορώ όμως. Δεν γίνεται να τα μοιραστώ. Να τα περιγράψω. Λυπάμαι, αλλά είναι δικά μας. Κανείς δεν θα καταλάβει για τα βράδια στην Κ.Παλ. με ατελείωτες συζητήσεις και αναλύσεις. Για τα κρουασάν από τον Βίκτωρα στην Πάρο. Για το κλάμα που ρίξαμε βλέποντας το "Notebook" στην Πετρούπολη. Για τις πρωτοχρονιές στο Καπανδρίτι. Για τα κρι-κρι της Ίου ή τα γλέντια στο, κατα τα άλλα οικογενειακό, ξενοδοχείο της Ερέτριας. Για τις βραδιές "σορτσάκι" στη παραλιακή με την μικρή driver. Τις εναλλαγές καναπέδων στην οικεία πασταφλώρα που έχουν φιλοξενήσει μέχρι και...αχμ κουκούλωμα μπανάνας. Το σ/κ στον Ωρωπό με καπνιστο... trivial . Τη βραδιά γέλιου και απλυσιάς στο μπαλκόνι του Βουτζά.

Τις χαζομάρες μας με την μικρή ξανθιά τις οποίες τόσο πολύ λατρεύουμε να κάνουμε (έχουμε τους λόγους μας) αλλά και τις μοναδικές μας τηλεφωνικές συνομιλίες ωρών (διότι από κοντά δεν μπορούμε, έχουμε και διάβασμα λέμε). Τα χορευτικά με την Βας από conga μέχρι Κατμαν και το ξύλο που παίζουμε όταν δεν μπορούμε να κοιμηθούμε ή τις βόλτες με το αυτοκίνητο στο...όπου να ναι, πάντα με Davidoff (αν το παράθυρο δεν είναι χαλασμένο). Τους κυριακάτικους απογευματινούς καφέδες στο στέκι με την Βίβο που τελικά τραβάνε μέχρι το βράδυ και την εκδρομή στο Tynemouth παρέα με τους φίλους μας τους γλάρους. Τις βαθυστόχαστες αναλύσεις και τις εξομολογήσεις με την Νουλ που τις σταματάμε αμέσως μόλις σκάσει μύτη η Βας για να μας ρωτάει για την επόμενη μισή ώρα τι λέγαμε (χοχο).

Την Βιβο να την λέει στην Βας, την ώρα που η μικρή πειράζει επίμονα την πρώτη (μέχρι να φάει την σφαλιάρα της) ενώ η Νουλ καθαρίζει και παράλληλα χτενίζει το χαλί στο οποίο η Βας έχει ρίξει το κρασί της για να μας την σπάσει που την αποκαλούμε ατσούμπαλη φτιάχνοντας παράλληλα την φράτζα της, την οποία χαλάει η μικρή γελώντας δυνατά και τσιριχτά ή Βιβο δε την έχει ήδη πέσει στην προεδρική πολυθρόνα να τον πάρει λίγο, η Νουλ κουνάει το κεφάλι και αποφασίζει να μας φτιάξει μια ωραίοτατη μανιταρόπιτα μόνο όταν κάνουν όμως διάλειμμα οι Singles....μπλα μπλα μπλα...βγαίνω λίγο έξω από τον εαυτό μου και μας κοιτάζω (όπως συνηθίζω να λέω) κρατώντας πάντα το τσιγάρο στο χέρι και σκέφτομαι, κοιτώντας το ρολόι που δεν βγαίνει για κανένα λόγο από το χέρι μου, πως πέρασαν 4 χρόνια;

(Ηταν ερωτηματικό τελικά..αλλά μόνο στο κείμενο. Μέσα μου υπάρχει ένα μεγάλο θαυμαστικό μετά την λέξη...ευχαριστώ)

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2007

Κόκκινα, πολύχρωμα 25

Κάθε φορά που κοιτάω παιδικές μου φωτογραφίες το μάτι μου πέφτει σχεδόν πάντα στην έκφρασή μου. Είχα το βλέμμα του παιδιού που αναμένει κάτι, ένα δώρο, μια έκπληξη, ένα χαμόγελο. Πιτσιρίκα, η προσμονή μου πως κάτι θα συμβεί ήταν τέτοια που θυμάμαι πολλές φορές τα κοντινά μου πρόσωπα να δυσανασχετούν λέγοντας το γνωστό, "μη πιστεύεις πως ο κόσμος γυρίζει πάντα γύρω από σένα". Τους έφερνα όμως κι εγώ σε τέτοιο σημείο, που είχαν απηυδήσει οι άνθρωποι. Μεγαλώνοντας ευτυχώς μου έφυγε αυτό, αλλιώς θα είχα γίνει η προσωποποίηση του κακομαθημένου.
Αυτό που είχα τότε και δεν έχει αλλάξει ως σήμερα είναι το πρόσωπό μου πάνω από την γενέθλια τούρτα μου. Η έκφραση εκεί, ήταν "μη τολμήσει κανείς να σβήσει κεράκι,τον έφαγα".
Όχι πως είχα κι άδικο, αφού κάθε φορά κάποιος συμμαθητής μου, για πλακίτσα, προλάβαινε να σβήσει ένα-δυό κεράκια κι άντε πάλι το "χρόνια πολλά" από την αρχή,άντε πάλι η φωτογραφία να κοιτάω χαμογελώντας, άντε να στηθούν πάνω από το κεφάλι μου όλοι οι συγγενείς. Δεν είχα καν χώρο να απλώσω χέρι, για να προλάβω την μεγαλύτερη φράουλα. Η μαμά μου, κατάλαβε το κόλλημα που είχα και με τα χρόνια, πρόσθετε-κυρίως- και έβαζε κεράκια που δεν έσβηναν ποτέ. Μου τελείωναν οι ανάσες, και φτου κι από την αρχή τα χρόνια πολλά και οι φωτογραφίες. Ε, κάποτε, το πήρα απόφαση.
Το μόνο πραγματικά "δικό μου" που μου είχε απομείνει ήταν η ευχή πριν το "φου". Όταν καταλάβα πως όλοι εξαρτώνται από μένα για να φάνε τούρτα, το καθυστερούσα ακόμα περισσότερο-παίρνοντας τρόπον τινά- την εκδίκησή μου.
Τα κεράκια που δεν έσβηναν, οι φωτογραφίες και οι ατελείωτες ανάσες, με τον καιρό μειώθηκαν. Πάντα έτσι γίνεται άλλωστε. Το "Το Πάρτυ είναι εδώ", έδωσε τη θέση του, σε τηλέφωνα και μηνύματα στο κινητό για το πού θα το κάψω το βράδυ και ευτυχώς κανένας δεν προλάβαινε να φάει πριν από μένα την μεγαλύτερη φράουλα.
Οι ευχές μου, όμως, δεν έδωσαν τη θέση τους σε τίποτα. Είναι πάντα εκεί και με συντροφεύουν. Αποφεύγω πλέον να σκέφτομαι τί θα ευχηθώ πριν σβήσω το διψήφιο νούμερο που καίει πάνω στη ζάχαρη άχνη, κι απλά με τα μάτια ανοιχτά χωρίς να προσπαθήσω, προσεύχομαι για τα απλά. Τα καθημερινά. Αυτά που κάποτε, ως παιδί, τα θεωρούσα δεδομένα και μεγαλώνοντας κατάλαβα πως μόνο τέτοια δεν είναι.
Πολλές φορές δεν εύχομαι και τίποτα πάνω από την τούρτα. Προτιμώ να το κάνω τις πιο αναπάντεχες στιγμές, τους πιο άσχετους χρόνους, σε πορτοκαλί δειλινά, γαλάζια πρωϊνά και μεθυσμένα μοβ βράδια.
Αυτές οι ευχές είναι οι πιο αθώες. Οι πιο αληθινές, οι πραγματικά ευτυχισμένες. Με ανθρώπους δικούς μου, που με θεωρούν δικιά τους και μου αρέσει να το επιτρέπω, με αγκαλιά το μαξιλάρι, μόνη μου, με αγνώστους, με μπύρες και τσιγάρο, με μουσική και θάλασσα.
Είναι τόση η λαχτάρα μιας ευχής που όταν φτάνεις στη στιγμή να την κάνεις, πλυμμηρίζει το κεφάλι από σκέψεις και στο τέλος ξεχνάς τί είναι αυτό που πραγματικά θέλεις να συμβεί. Το αναπάντεχο. Αυτό μάλλον θέλω και ζητάω. Το ευχάριστο αναπάντεχο. Το μπουμ! που κάθε άνθρωπος σε τούτη τη γή αποζητά για να τον κάνει να αλλάξει ρότα συναισθημάτων ή και σκέψεων. Ο άνθρωπος δεν αλλάζει, μεταμορφώνεται. Μόνο.
Δεν πιστεύω πως κλείνοντας τα 25, μεταμορφώθηκα ξαφνικά σε μια ώριμη κοπέλα-γυναίκα-κορίτσι. Η μεταμόρφωση της ψυχής. Αυτό είναι το ζητούμενο. Να έχω τη δύναμη να αλλάζω σαν χαμαιλέοντας ανάλογα με ό,τι έχω να αντιμετωπίσω.
Πιστεύω πως χρόνια σαν αυτά, δεν γυρνούν πίσω. Η ζωή, θέλει τράβηγμα από το μαλλί. Το ξέρω, απλά πολλές φορές δεν θέλω να το πιστέψω, δίνοντας την καταλληλότερη ευκαιρία στον εαυτό μου για μια μικρή κατάθλιψη. Και δεν αποτελώ εξαίρεση.
Ίσως όταν βρω το κόκκινο μπαλόνι πλάι στο μπαλκόνι μου και στις 00.01 το ξημέρωμα που μπαίνει 8 ο μήνας, γίνει η πιο κρυφή επιθυμία, να μην είμαι πλέον ο κανόνας.
Κόκκινα κυρίως με πάθος και πολύχρωμα 25 θέλω να είναι.

Δευτέρα 4 Ιουνίου 2007

Δίνη



Πνίγομαι. Η δική μου Οδύσσεια δεν σταματάει ποτέ. Εγώ δεν τη σταματάω. Χαροπαλεύω σε κύματα μελαγχολίας, αναμνήσεων και σκέψεων θλιβερών που με αγχώνουν και χάνω την αισιοδοξία μου. Που για αυτήν είχαν συνηθίσει να με αγαπούν. Που έβρισκα χρώμα πάνω στον μαύρο ουρανό, στα μοβ φορέματα, στους γκρίζους τοίχους. Που ανακάλυπτα τραγούδια σε βουβές ατμόσφαιρες και αμήχανες σιωπές. Που σχεδίαζα χαμόγελα σε κλαμμένα μάγουλα, υγρά μάτια και χάραζα νότες σε κάθε πεντάγραμμο.
Καμιά φορά το κάνω ακόμα. Έτσι, για να ξεγελώ τους άλλους, μα πιο πολύ εμένα. Πως είμαι ακόμα εδώ και δεν έχω φύγει. Πως μπορώ και θέλω να είμαι τα κρουστά της κάθε ορχήστρας. Να θορυβώ και να θορυβούμαι. Καμιά φορά..
Μειώνονται οι αντοχές και οι φορές. Εγώ τις μειώνω. Και θυμώνω και νευριάζω με μένα, με το πως χειραγωγούμαι από ανθρώπους και καταστάσεις που αγαπώ αλλά με μικραίνουν. Που ψάχνω σε κάθε τους λέξη και βλέμμα να βρω σημάδι κατανόησης και μένω στην αναζήτηση.
Κι έχω κόμπους στο στομάχι και ένα κιλό τούβλα στο δεξί ημισφαίριο του κεφαλιού μου και βαραίνω, βαραίνω όλο και πιο πολύ από τη κούραση της ψυχής.

Δεν θέλω άλλο να με λες καλή. Κόσμε, δεν θέλω άλλο. Θέλω να είμαι αυτή που θα στηριχτείς χωρίς να το ζητήσεις. Γιατί θα ξέρεις πως θα το κάνω από μόνη μου. Όταν θα βρω στεριά θα το κάνω. Όταν το κύμα γίνει λίμνη και λάδι η θάλασσα, θα το κάνω.
Βαρέθηκα κόσμε, βαρέθηκα. Κουράστηκα να χαρακτηρίζομαι έτσι. Διαστέλλονται τα μάτια μου και χαμηλώνω τα γόνατα όταν ακούω την φράση "είσαι καλός άνθρωπος". Μη! Ακούς; Μη!
Το ξέρω. Και δεν είναι αυταρέσκεια. Είναι αναγνώριση. Όχι δική μου. Αναγνώριση ΣΟΥ.
Και μη κατηγορείς την απάθεια. Με τροφοδοτεί, καιρό τώρα. Όπως τροφοδοτείς κι εσύ εμένα με αυτήν.

Κι αύριο, ξέρεις θα είμαι μια απόλαυση. Η καλύτερή σου παρέα. Μεθαύριο όχι. Σε δυό μέρες ίσως. Σε μια εβδομάδα η χαρά της ζωής. Της δικής σου.
Και θα ψάχνω ένα κόκκινο μπαλόνι να πιαστώ που θα έχει έρθει από το πουθενά, θα αράξει στο μπαλκόνι μου το βράδυ πριν νανουριστώ από τις μουσικές των φύλλων που θροίζουν, με το βλέμμα στο δρομάκι μήπως και με θυμήθηκε κανείς εκεί έξω. Μήπως και έψαξε κάποιος να βρει τι είναι αυτό που μου λείπει.
Τι είναι αυτό, που το χαμόγελο θα το κάνει γέλιο,ρε!
Μήπως και αλλάξει η όψη μου, έστω και λίγο και αποφασίσω επιτέλους να πάω να αφήσω τα μαλλιά μου στο πάτωμα κάποιου κομμωτηρίου. Μήπως και βάλω πάλι εκείνο το τζινάκι που τόσο είχα αγαπήσει κι είχε αγαπήσει κι αυτός.

Ούτε κουβέντα γι'αυτόν. Κουβέντα. Μη πεις τίποτα. Άσε με να λέω εγώ. Είτε για αστεϊσμό, είτε για να θυμάμαι, είτε για να σηκώνω ψηλά το ποτήρι για πάρτη του. Θα έρθει η σειρά του. Κάποια στιγμή. Στο είχα ξαναπεί. Τίποτα δεν τελειώνει σε τούτη τη ζωή αν δεν θέλεις εσύ να τελειώσει. Και θα αποφασίσω εγώ πότε θα γίνει αυτό. Έτσι για αλλαγή. Μια φορά μόνο σου ζητώ, να αποφασίσω πρώτη εγώ. Και να δω το πρόσωπο ερωτευμένο βαθιά, πληγωμένο από δικό του μαχαίρι, το ίδιο που λάβωσε εμένα.
Θα του πλέξω και ένα στεφάνι. Με γαζίες και γιασεμί. Να το φορέσει για να αναγνωρίσω ότι έρχεται από τη μυρωδιά. Δεν ξέχασα την δική του, αλλά δε μπορώ να την χειριστώ πια.
Με διαλύει και με λένε τρελή όταν την αναζητώ στα διάφορα. Και να ήταν μόνο αυτή.

Γι'αυτό σου λέω ρε. Άσε με να βρω την Ιθάκη, να περπατήσω ξυπόλητη κι ας ματώσω σε φωτεινά μονοπάτια. Μόνη μου θα τα βρω. Όπως έκανα πάντα. Δεν μου στόλισε κανένας το διάβα μου για να το κάνει τώρα.
Και ξέρεις, δεν ζητάω πολλά. Μια ειλικρινής αγκαλιά, όταν πραγματικά το θέλω. Κι όχι όποτε μπορείς εσύ.
Αγκαλιά.

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2007

Για την Αμαλία

Μην πάρεις φακελάκι - Μην δώσεις φακελάκι


«Ο ασθενής έχει το δικαίωμα του σεβασμού του προσώπου του και της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του»(σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 2071/ 1992)

«Να γίνουν εξαίρεση οι αλμπάνηδες ρε παιδια, όχι ο κανόνας...»(Αμαλία Καλυβίνου, 1977-2007).

Από την ηλικία των οκτώ ετών, η Αμαλία ξεκίνησε να πονάει. Παρά τις συνεχείς επισκέψεις της σε γιατρούς και νοσοκομεία, κανένας δεν κατάφερε να διαγνώσει εγκαίρως το καλόηθες νευρίνωμα στο πόδι της. Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, η Αμαλία έμαθε ότι το νευρίνωμα είχε πια μεταλλαχθεί σε κακόηθες νεόπλασμα.
Για τα επόμενα πέντε χρόνια η Αμαλία είχε να παλέψει όχι μόνο με τον καρκίνο, αλλά και με την παθογένεια ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας που επιλέγει να κλείνει τα μάτια στα φακελάκια και επιμένει να κωλυσιεργεί με παράλογες γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Πέρα από τις ακτινοβολίες και τη χημειοθεραπεία, η Αμαλία είχε να αντιμετωπίσει την οικονομική εκμετάλλευση από γιατρούς που στάθηκαν απέναντί της και όχι δίπλα της.
Πέρα από τον πόνο, είχε να υπομείνει την απληστία των ιδιωτικών κλινικών και την ταλαιπωρία στις ουρές των ασφαλιστικών ταμείων για μία σφραγίδα.
Η Αμαλία άφησε την τελευταία της πνοή την Παρασκευή 25 Μαϊου 2007. Ήταν μόλις 30 ετών.Πριν φύγει, πρόλαβε να καταγράψει την εμπειρία της και να τη μοιραστεί μαζί μας μέσα από το διαδικτυακό της ημερολόγιο.
Στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://fakellaki.blogspot.com/, η νεαρή φιλόλογος κατήγγειλε επώνυμα τους γιατρούς που αναγκάστηκε να δωροδοκήσει, επαινώντας παράλληλα εκείνους που επέλεξαν να τιμήσουν τον όρκο που έδωσαν στον Ιπποκράτη.
Η μαρτυρία της συγκίνησε χιλιάδες ανθρώπους, που της στάθηκαν συμπαραστάτες στον άνισο αγώνα της μέχρι το τέλος.
«Ο στόχος της Αμαλίας ήταν να πει την ιστορία της, ώστε μέσα απ' αυτήν να αφυπνίσει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και συνειδήσεις. Κυρίως ήθελε να δείξει ότι υπάρχουν τρόποι αντίστασης στην αυθαιρεσία και την εξουσία των ασυνείδητων και ανάλγητων γιατρών, αλλά και των γραφειοκρατών υπαλλήλων του συστήματος υγείας.»
(Δικαία Τσαβαρή και Γεωργία Καλυβίνου - μητέρα και αδελφή της Αμαλίας)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 του Ν. 2071/ 1992, θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα για τους γιατρούς του ΕΣΥ:«Η δωροληψία και ιδίως η λήψη αμοιβής και η αποδοχή οποιασδήποτε άλλης περιουσιακής παροχής, για την προσφορά οποιασδήποτε ιατρικής υπηρεσίας»,
Η Αμαλία Καλυβίνου αγωνίστηκε για πράγματα που θεωρούνται αυτονόητα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος. Δυστυχώς δεν είναι και τόσο αυτονόητα στην Ελλάδα. Συνεχίζοντας την προσπάθεια που ξεκίνησε η Αμαλία, διαμαρτυρόμαστε δημόσια και απαιτούμε:


* ΝΑ ΠΑΡΘΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΜΕΤΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΝ ΤΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

* ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΙΟ ΕΥΕΛΙΚΤΟΣ Ο ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗ ΘΡΗΝΗΣΟΥΜΕ ΞΑΝΑ ΘΥΜΑΤΑ ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΧΡΟΝΟΒΟΡΩΝ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ

* ΝΑ ΕΠΙΒΛΗΘΕΙ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΣΤΗ ΔΙΑΠΛΟΚΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟΥ

* ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΟΙ ΑΝΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΧΗΣ ΚΑΙ ΑΡΤΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΓΙΑΤΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Υ.

* ΝΑ ΚΑΘΙΕΡΩΘΕΙ Η ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΟΥ ΦΑΚΕΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΣ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΠΙΣΠΕΥΔΕΤΑΙ Η ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑΑΣ ΠΑΨΕΙ ΠΛΕΟΝ Η ΥΠΟΚΡΙΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΩΝ, ΠΟΥ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΝΑ ΛΑΔΩΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑ ΝΑ ΑΜΕΙΒΟΝΤΑΙ ΑΞΙΟΠΡΕΠΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.

* ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΦΑΚΕΛΑΚΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ

* ΟΧΙ ΑΛΛΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ. ΔΙΚΑΙΟΥΜΑΣΤΕ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ. ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ.

Την επόμενη φορά που θα χρειαστεί να δώσετε φακελάκι, μην το κάνετε. Προτιμήστε καλύτερα να κάνετε μια δωρεά. Η τελευταία επιθυμία της Αμαλίας ήταν η ενίσχυση της υπό ανέγερση Ογκολογικής Μονάδας Παίδων.(Σύλλογος Ελπίδα, τηλ: 210-7757153, e-mail: inf0@elpida.org, λογαριασμός Εθνικής Τράπεζας: 080/480898-36, λογαριασμός Alphabank: 152-002-002-000-515).Θυμηθείτε να αναφέρετε ότι η δωρεά σας είναι "για την Αμαλία".

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΑΜΑΛΙΑΣ

Πέμπτη 24 Μαΐου 2007

Campione Milan 2007

2001. Στο Τορίνο, η συνήθης μουντίλα της πόλης, έχει φτάσει μέχρι και στις τάξεις της ομάδας. Zidane και Nedved λέγεται πως θα αποχωρήσουν από την Γιουβέντους το καλοκαίρι, αλλάζοντας πρωτάθλημα. Κανείς δεν ασχολείται τί θα κάνει και που θα καταλήξει το πρώην έτερον ήμισυ του Alessandro Del Piero στην επίθεση, Filippo Inzaghi. Ο 27χρονος επιθετικός με πρόβλημα στο γόνατο, παρακολουθεί ματς από τον πάγκο.
Μια πρόταση της Milan, του αναπτερώνει τις ελπίδες για μια νέα αρχή. Τον πρώτο χρόνο παίζει 10 ματς και χτυπάει ξανά στο γόνατο. 2 χρόνια αναπληρωματικός, το 2003 πανηγυρίζει το Champions League της Milan, το 6ο κατά σειρά, έχοντας παίξει για σχεδόν μισό ημίχρονο. Ο πάγκος έρχεται ξανά. Ο Ancelotti, με μια ιδιαίτερη αγάπη στον "Pippo" του δίνει ευκαιρία να παίζει βασικός πάλι, με δίδυμο του τον Kaka'. O Silvio Berlusconi στη Milan έχει λόγο όπως ο Κόκκαλης στον Ολυμπιακό. Στο πως και με ποιούς θα παίξει η ομάδα. Η προσθήκη του Gillardino το 2005, φέρνει τον Inzaghi πάλι στον πάγκο και τον Ancelotti εκτεθειμένο στις ορέξεις του Προέδρου.
2007. Σάββατο απόγευμα ο Silvio Berlusconi πίνει τον καφέ του μαζί με τον Carlo Ancelotti στο Milanello, με θέα την προπόνηση της ομάδας. Θέμα συζήτησης είναι ο τελικός της Αθήνας. Ο πρόεδρος της Milan συστήνει στον "Carlitto" την αγαπημένη του ενδεκάδα ενόψει του τελικού της Τετάρτης στην Αθήνα. "Θέλω Τζιλαρντίνο στην κορυφή της επίθεσης με από πίσω Κακά. Έχει δύναμη, έχει ύψος, θα πάρει μαζί του αμυντικούς, θα βάλει γκολ με κεφαλιά". Ο Ancelotti δεν απαντάει, πίνοντας μια γουλιά από τον καπουτσίνο του.
Τρεις μέρες μετά η αποστολή της Milan καταλύει στον Αστέρα της Βουλιαγμένης με 20 παίκτες, 10 άτομα φροντιστών, 7 άτομα από γραφείο τύπου, μάρκετινγκ, 3 γιατρούς και συνοδεία αστυνομικών δυνάμεων. Ο Berlusconi ναυλώνει τσάρτερ με 220 βουλευτές από την Ιταλία, καταφτάνοντας στο Ολυμπιακό Στάδιο Τετάρτη 8 το βράδυ. 15.000 Ιταλοί φίλαθλοι γεμίζουν ΟΑΚΑ και Αθήνα, αναμένοντας τον τελικό του Champions Leagueμε τη Liverpool.
Ώρα 21.15, μισή ώρα πριν τη σέντρα και ο Ancelotti δίνει σε UEFA και δημοσιογράφους την ενδεκάδα που θα ρίξει στη μάχη. Οι δέκα αναμενόμενοι. Έτσι κι αλλιώς με όποιους κερδίζεις, με αυτούς συνεχίζεις. Ο Berlusconi κάθεται μαζί με τον Βασίλη Γκαγκάτση στις θέσεις των επισήμων και συνομιλεί με Πλατινί, Γκαλιάνι και Κάρολο Παπούλια τη στιγμή που βλέπει τον Filippo Inzaghi να παίρνει θέση για την αναμνηστική φωτογραφία πριν τη σέντρα.
Ο Gillardino πουθενά. Ο Ancelotti παράκουσε τον Πρόεδρο και ο Berlusconi βλέπει κουμπωμένος το πρώτο ημίχρονο με τη Liverpool να κάνει ό,τι θέλει στο χορτάρι και τη Milan να έχει ακουμπήσει μπάλα με ποσοστό που φτάνει μόλις στα 28%. Ο Inzaghi χάνει κοντρόλ, χάνει τη μπάλα, τρέχει χωρίς να ξέρει που πηγαίνει.
Ώρα 11.30. Ο Ιταλός, έχει ήδη σημειώσει ένα γκολ στο πρώτο ημίχρονο και μόλις σκοτώνει τα όνειρα των Άγγλων και του Berlusconi, βάζοντας στα δίχτυα του ΟΑΚΑ το δεύτερο. Η Milan 10 λεπτά αργότερα σηκώνει στον ουρανό της ΑΘήνας το 7ο Κύπελλο Πρωταθλητριών της ιστορίας της, ο αρχηγός, Paolo Maldini παίρνει το 5ο οι rossoneri τραγουδούν και οι Άγγλοι φαν της Liverpool χειροκροτούν τους νικητές. Και είμαστε στην Ελλάδα.
MVP του αγώνα ο Filippo Inzaghi.
Ο Berlusconi, πάει τον αγκαλιάζει, τον φιλάει και ο Pippo στα 33 του κατορθώνει και γράφει ιστορία ως ο παίκτης με την μεγαλύτερη αμφισβήτηση στις τάξεις της Milan τα τελευταία χρόνια, έχοντας δώσει το Champions League -έστω και με βοήθεια- στους αμφισβητείες του.

Milan Milan solo con te,
Milan Milan sempre per te

Camminiamo noi accanto ai nostri eroi
Sopra un campo verde sotto un cielo blu
Conquistare voi una stella in pia?
A brillar per noi
E insieme cantiamo

Milan Milan solo con te
Milan Milan sempre per te
Oh Oh Oh
Una grande squadra
Sempre in festa ola
Oh Oh Oh
E insieme cantiamo

Con il Milan nel cuore
Nel profondo dell' anima
Un vero amico sei
E insieme cantiamo

Milan Milan solo con te
Milan Milan sempre per te





Τρίτη 22 Μαΐου 2007

Φαντασιόπληκτη

Θα ήταν Αύγουστος, απογευματάκι με την θερμοκρασία να μην ξεπερνά τους 24, ένα ελαφρύ αεράκι θα μου χάιδευε τους ώμους και θα έκλεινα τα μάτια να απολαύσω το δειλινό πάνω στην θάλασσα. Ολομόναχη. Θα μπερδευόντουσαν τα μαλλιά μου, θα γέμιζαν άμμους τα πόδια μου και θα είχε κύμα. Θα σκεφτόμουν πως θα ήθελα να γνωρίσω για πρώτη φορά τον έρωτα. Να ήταν γλυκός με ένα αλήτικο όμως βλέμμα. Σαν αύρα θερινή και να μύριζε θάλασσα. Μέσα στην απόλυτη ησυχία με μοναδικό ήχο το κύμα μου μόλις με έκανε μούσκεμα και γελάω, θα ερχόταν ο Orlando Bloom...Θα περνούσαμε ένα δίμηνο απόλυτου έρωτα και ευτυχίας αλλά επειδή το παιδί θα έπρεπε να φύγει για τα εξωτερικά (και την πιθανή του γκόμενα) θα με άφηνε σε κάποια παραλία να σκέφτομαι...τον επόμενο.
Αυτός θα ήταν η απόλυτη περιπέτεια, θα με ταξίδευε, θα με μάγευε, θα μιλούσαμε στην αγαπημένη μου γλώσσα, μέχρι κιόλας που θα άφηνε την mamma πατρίδα για χάρη μου. Ο Raul Bova είναι και μοντέλος και ηθοποιός και εγώ δεν ξέρω τι άλλο, οπότε θα ήταν πολυτάραχη η ζωή μου και θα ήθελα κάποια στιγμή να «αράξω». Την καταλληλότερη στιγμή θα ερχόταν το λιμάνι μου, ο άνθρωπός μου, ο πατέρας των παιδιών μου, η σιγουριά μου που θα ήταν ο Al Pacino. Θα με παντρευόταν σε έναν γάμο παραμύθι με ελάχιστους καλεσμένους και θα περνούσαμε ζωή μέλι και ζάχαρη μέχρι εκείνο το ταξίδι στην Γαλλία. Του έλεγα βρε Al μου, τι το ήθελες, αλλά δεν θα με άκουγε. Ήθελε σώνει και ντε να με πάει να δω τον Πύργο του Άιφελ. (Λες και θα χανόταν…).

Εκεί, λίγο το Παρίσι, λίγο κάτι ακούσματα Εντίθ Πιάφ, κάτι ο Σηκουάνας και οι βόλτες που θα έκανα μόνη μου, θα με έφερνε στην αγκαλιά του επόμενου συζύγου μου, του Vincent Cassel. Χωρισμένος κι αυτός από την φίλη Monica, θα έβρισκε παρηγοριά σε μένα, κι εγώ χαρά σε εκείνον. Θα μετακόμιζα για πάρτη του (πιο συγκεκριμένα για τα μάτια, τη μύτη, το βλέμμα του, την αλητεία του) στην Γαλλία και θα έμενα μαζί με τα παιδιά μου φυσικά- γιατί ο Al δεν ήταν τελικά καλός πατέρας- για πάντα.
Η μητρότητα και τα γαλλικά -που ως γλώσσα-δεν μου αρέσουν, θα με έβαζαν σε μια καθημερινότητα που ως γνήσια αλλοπαρμένη δεν θα μου πήγαιναν. Θα ταξίδευα μόνη μου και θα έκανα τον γύρο της Γαλλίας ενώ ο Vincent θα ετοίμαζε φαί για μένα και τα παιδιά μας.


Σε ένα από τα ταξίδια μου, θα σκόνταφτα πάνω στην Vanessa Paradie, η οποία είχε μόλις χωρίσει από τον άντρα της. Ο Johnny Depp θα ήταν το αρρωστημένο πάθος μου. Η προσμονή μου, η σκέψη μου, η επιθυμία μου(και όχι άδικα ε;), ο αιώνιος εραστής μου. Πάντα σε αυτόν θα γυρνούσα. Όποια στιγμή ήμουν θυμωμένη ή απατημένη από τον Vincent, ο Johnny θα ήταν η ελπίδα μου και η αγκαλιά που πάντα ονειρευόμουν.




Όλα αυτά φυσικά αν δεν είχε γεννηθεί ποτέ και δεν με είχε μαγέψει ο ομορφότερος άνδρας που πέρασε ποτέ από την 7
η τέχνη και το θέατρο. Κυρίες μου, ο Marlon Brando. Από πιτσιρίκα έως και γριά εκεί θα ήταν η σκέψη μου. Και η δική του, κάποιες φορές σε μένα.

Η φντασία είναι πάντα φαντασία κι έτσι ό,τι κι αν γράψω παρακαλώ πολύ δεν θα ήθελα επικρίσεις του τύπου "μωρή αχόρταγη", "ένας δεν σου φτάνει" κλπ. In real life, είμαι μονογαμική, έως αποδείξεως του εναντίου.Αν πάλι δεν κρατιέστε χώστε ελεύθερα.
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, η
Μαργαριτούλα με κάλεσε στο παιχνίδι που άρχισε πρώτος ο 2Σχ2, το διαμόρφωσε ο Sidd και το αποτελείωσα τρόπον τινά.(Δεν κρατάω πνευματικά δικαιώματα, πάρτε ελεύθερα ό,τι θέτε από φωτό και αριθμό φαντασιώσεων. Είναι έτσι κι αλλιώς, φάτε μάτια).
Αμπε μπα μπλομ, του κι θε μπλομ, αμπε μπα μπλομ του κι θε μπλομ, μπλιμ, μπλομ....
Μούτρο
Κολοκύθω
Θαλασσομπέρδεμα

Αργυρένια
Σπύρος
(Πρόσκληση ήταν ναι.)


Πέμπτη 17 Μαΐου 2007

Αγγί-ζω...


Της αρέσει να χαϊδεύει ανδρικά πρόσωπα, πάντα τα φοβάται αλλά της άρεσε από μικρή, σαν τότε που χανόντουσαν τα δαχτυλάκια της στα γένια του παππού και στα αγκαθάκια από τα μάγουλα του μπαμπά της.
Άγγιζει τους ανθρώπους και καταλαβαίνει την αύρα τους, είναι καυτοί σχεδόν πάντα κι αυτό την ενοχλεί. Θέλει να είναι μόνο αυτή η θερμή. Γιατί φοβάται.
Φοβάται το κρύο που θα της δώσουν, την δροσερή ματιά, τον βορριά που θα φέρει μοναξιά.
Χάθηκε σε εκείνο το πρόσωπο το τόσο όμορφο, σαν προσωπείο, σαν μάσκα Βενετσιάνικη με κάθε υπέροχη λεπτομέρεια, σαν κέντημα ήταν με βελόνα από χρυσόσκονη και μάτια κατράμι, βαθύ μαύρο, του σκοταδιού που ποτέ δεν συμπάθησε.
Το ταξίδι που κάνει πάνω στο δέρμα του, είναι αγγελικά πλασμένο για λίγες στιγμές. Λιβάδια και λίμνες και χοροί νεραϊδίσιοι και είναι με λευκό φουστάνι αέρινο και μαλλιά μακριά που κάνουν κοκκινοκάστανες ανταύγειες και τρέχει και γελάει και ακουμπάει τον ήλιο και κάποιος έρχεται την αγκαλιάζει δεν τον ξέρει, μα τον αφήνει γιατί τουλάχιστον αυτός την πρόσεξε και τον φιλάει, του αφήνεται, τον κοιτάει με αυτά τα μάτια τα τόσο απορημένα που ήρθε γιατί αυτός την πρόσεξε! Τα χέρια του κλείνουν το πρόσωπό της σαν όστρακο που κουβαλάει το πιο πολύτιμο μαργαριτάρι και αυτή ακουμπάει το μέτωπο του. Και είναι δροσερός. Πολύ δροσερός. Όχι ιδρωμένος, όχι παγωμένος. Δροσερός. Και αυτή καίει.
Τα δάχτυλά της φτάνουν στα χείλη του. Ανεμοστρόβιλος από φύλλα πλατάνου γύρω τους και αέρας και σκουπιδάκια μα αυτοί είναι εκεί σαν να μην υπάρχει τίποτα. Και ακόμα καίει. Κι αυτός ακόμα δροσερός. Τα απορημένα μάτια νευριάζουν και μετά κλείνουν κι αρχίζουν και κλαίνε. Κλαίνε σαν την λίμνη δίπλα στην οποία χόρευε γιατί αυτός ακόμα είναι δροσερός.
Αφού τη πρόσεξε πως είναι ακόμα δροσερός. Αφού τον αγγίζει γιατί δεν καίει.
Κοκκίνησε το λευκό φουστάνι, ο ήλιος παρέδωσε πνεύμα στο σούρουπο και το γαλανό του ουρανού έγινε μαβί με πορτοκαλί που καθόλου δεν ταιριάζει με τα μαλλιά της.
Και επιμένει και του κρατάει το μέτωπο όπως ένα παιδί το φυλαχτό και δεν θέλει να τον αφήσει γιατί αυτός την πρόσεξε. Φωνάζει, βγαίνουν ήχοι ακαταλαβίστικοι από το στόμα της, τα χείλη της στεγνώνουν, νιώθει πως χάνει κι αυτή τη θέρμη της. Κι αυτός ακόμα παγωμένος.
Λαχανιάζει ενώ το πρόσωπό της βρίσκεται εγκλωβισμένο μέσα στα χέρια του, πνίγεται ενώ το στόμα του βγάζει βορριά. Αρχίζει και τρέμει, το κλάμμα γίνεται βουβό κι αυτός δεν την ακούει. Κρύο-καυτό,καυτό-κρύο,κρύο-καυτό,κρύο, κρύο,κρύο, κρύο...Κρύο!
Χάνεται, χάνεται, χάνονται τα χέρια της κάτω από την σκιά του,το πρόσωπό της χλωμό, τα μαλλιά της πάλι μαύρα, τα μάτια της στεγνά, τα δάχτυλά του αφαιρούνται από το πρόσωπό της, ένα ένα με λύσσα από την δύναμη των δοντιών της, του αφήνει σημάδι, τον σπρώχνει στον δικό του ανεμοστρόβιλο, τον κοιτάει έντονα που την παρακολουθεί δροσερός και η θερμοκρασία της ανεβαίνει.
Ανοίγει τα μάτια και κλαίει. Δεν μπορεί να κατανοήσει πως είναι δυνατόν να αγγίζεις κάποιον και να μην σε καταλαβαίνει..

Τρίτη 15 Μαΐου 2007

Χαμογέλα μου...


Μπορείς να φτιάξεις σε κάποιον την ημέρα επειδή απλά τα χείλη σου άνοιξαν πλατιά και έβγαλαν χαρά, ευγνωμοσύνη, ευτυχία, ανακούφιση...

Γι' αυτό...μην κρύβετε ποτέ το χαμόγελό σας!
Χαρίζω χαμογελάκια σήμερα.....Καλή μας μέραααα!!



Πέμπτη 10 Μαΐου 2007

Απαντήσεις στον Προυστ(;;)

1. Η απόλυτη ευτυχία για σας είναι...
Η ευτυχία είναι στιγμές. Το χαμόγελο του αδερφού μου, το φιλί της αδερφής μου, το μπράβο των γονιών μου, μια ειλικρινής αγκαλιά.
2. Τι σας κάνει να σηκώνεστε το πρωί;
Το ξυπνητήρι ή η ιδέα πως θα κάνω εκδρομή.
3. Η τελευταία φορά που ξεσπάσατε σε γέλια;
Χθες βράδυ στο σπίτι μιας αγαπημένης φίλης.
4. Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα σας είναι..
Αυθορμητισμός
5. Το βασικό ελάττωμά σας;
Συμβιβασμός- Ενοχικότητα.
6. Σε ποια λάθη δείχνετε τη μεγαλύτερη επιείκια;
Της αγάπης.
7. Με ποια ιστορική προσωπικότητα ταυτίζεστε περισσότερο;
Δεν ταυτίζομαι, αν και οι φίλοι μου συνεχώς μου υπενθυμίζουν πως η Μητέρα Τερέζα πέθανε έτσι δεν υπάρχει χόρος και χρόνος για συγχωροχάρτια προς όλους.
8. Ποιοί είναι οι ήρωές σας σήμερα;
Η αγαπημένη θεία μου.
9. Το αγαπημένο σας ταξίδι;
Από αυτά που έχω κάνει, Κωνσταντινούπολη. Από αυτά που θέλω να κάνω, Κούβα.
10. Οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;
Θίοντορ Ντοστογιέφσκι, Ουμπέρτο Έκο, Νίκολας Σπάρκς, λίγοι Έλληνες.
11. Ποια αρετή προτιμάτε σε έναν άντρα;
Τρυφερότητα.
12....και σε μια γυναίκα;
Ευγένεια.
13. Ο αγαπημένος σας συνθέτης;
Ennio Morricone.
14. Το τραγούδι που σφυρίζετε κάνοντας ντους;
Έχω μεγάλη γκάμα!
15. Το βιβλίο που σας σημάδεψε;
Μάλλον λόγω ηλικίας, καθώς το διάβασα όταν μπήκα στην εφηβεία και το κλάμα έβγαινε αβίαστα, θα έλεγα "Η αγάπη άργησε μια μέρα" της Λιλής Ζωγράφου.

16. Η ταινία που σας σημάδεψε;
Cinema Paradiso. Με αυτήν αγάπησα την 7η τέχνη.
17. Ο αγαπημένος σας ζωγράφος;
Κλοντ Μονέ, Σαλβατόρ Νταλί.
18.Το αγαπημένο σας χρώμα;
Έχω σε αρκετά αδυναμία, αν αναγκαστικά πρέπει να επιλέξω ένα, θα διαλέξω το λευκό.
19.Ποια θεωρείται ως τη μεγαλύτερη επιτυχία σας;
Τις φιλίες μου.
20.Το αγαπημένο σας ποτό;
Amaretto λεμόνι, Martini.
21. Για ποιό πράγμα μετανιώνετε περισσότερο;
Δεν μετανιώνω.
22. Τι απεχθάνεστε περισσότερο;
Την αχαριστία.
23. Όταν δεν γράφετε, ποια είναι η αγαπημένη σας ασχολία;
Βόλτες στο πουθενά. Καφές με τσιγάρο και σιωπή.
24. Ο μεγαλύτερος φόβος σας;
Ο θάνατος των αγαπημένων μου.
25. Σε ποια περίπτωση επιλέγετε να πείτε ψέματα;
Για να μην πληγώσω.
26. Ποιό είναι το μότο σας;
Καλύτερα να στενοχωριέμαι για όσα έκανα, παρά για αυτά που δεν έκανα.
27. Πώς θα επιθυμούσατε να πεθάνετε;
Πλήρης εμπειριών, κοντά σε θάλασσα.
28. Εάν συνέβαινε να συναντήσετε τον Θεό,τι θα θέλατε να σας πει;
Μη φοβάσαι.
29. Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεστε αυτόν τον καιρό;
Η κυκλοθυμικότητά μου, δεν μου επιτρέπει να είμαι σε μια. Είμαι σε πολλές ταυτόχρονα.

Τρίτη 8 Μαΐου 2007

Ακούσματα

Πολλοί με «καταδικάζουν» λέγοντας πως βάζω τα πάντα στο ίδιο τσουβάλι και δεν έχω το θάρρος της επιλογής. Όχι, δεν είναι όλα στο ίδιο τσουβάλι. Είναι σε διαφορετικό.
Ανάλογα τη στιγμή, την διάθεση, την εποχή, τα συναισθήματα.
Σχεδόν πάντα θα βρω σε έναν άνθρωπο ή σε ένα είδος μουσικής, κάτι που να με ελκύει, είτε είναι η νότα, είτε ο στίχος, είτε το ντέρτι που σου βγάζει.
Ιδού λοιπόν, πως «ακούω» όσα με κάνουν να γελάω, να κλαίω, να χορεύω, να νοσταλγώ, να προσμένω, όπως μου τα ζήτησε η Χνουδάτη.

Το ραδιόφωνο στο σπίτι ήταν πάντοτε ανοιχτό. Όταν γυρνούσα από το σχολείο και οι γονείς έπεφταν για ύπνο τα μεσημέρια, ήταν ο μόνος ήχος μες στο σπίτι. Η μαμά μου έχει ιδιαίτερη αδυναμία στα παλιά ελληνικά τραγούδια. Τότε είχα συνδυάσει το σινεμά του ’50 –’60 με την μουσική. Ήμουν δεν ήμουν 7 χρονών όταν άκουγα από το κρατικό ραδιόφωνο Καζαντζίδη, Τσιτσάνη αλλά κι εκείνο το πολύ νοσταλγικό «Καμαρούλα μια σταλιά», άκρως συνδυασμένο με την μπαμπού καρέκλα της κουζίνας, πάνω στην οποία σιγοψιθύριζα τους στίχους. Έμαθα να αγαπώ τον ελληνικό στίχο, το ρεμπέτικο, τον μπαγλαμά και το μπουζούκι.
O Michael Jackson ακόμα μεσουρανούσε και το Dangerous του ’91 ήταν η πρώτη κασέτα που πίεσα τον πατέρα μου να μου αγοράσει. Αυτόν και της Madonna. 9 χρονών είχα ήδη ξεκινήσει την ενόργανη και η pop μουσική ήταν αυτή που με συνόδευε στις επιδείξεις.

-Το πρώτο εφηβικό τραύμα ήρθε στα 15 και δεν ήταν από έρωτα. Αλλά από τους U2. Λίμνες τα μάτια μου όταν έβλεπα στην τηλεόραση ουρές τον κόσμο να περιμένει για ένα εισιτήριο στην Θεσσαλονίκη και να σπαράζω απειλώντας πως θα σηκωθώ να πάω.
Τότε επίσης αμόλησα την πρώτη και τελευταία μου κατάρα, στην κοπέλα που σήκωσε ο Bono να τραγουδήσουν επί σκηνής. Συνδυάζω συναίσθημα και εποχή και θα ξεχωρίσω τα With or Without You, Staring at the Sun, Sunday Bloody Sunday, Pride(In the name of Love).
Οι U2 ήρθαν και έμειναν στην καρδιά ως σήμερα. Μαζί τους έφεραν και τους Depeche Mode. Το Violated έχει λιώσει στο στερεοφωνικό ενώ αγαπημένα διπλά και τριπλά είναι τα Personal Jesus, Precious, Enjoy the Silence, Strangelove.

-Σε όλη μου την εφηβεία έψαχνα και αναζητούσα μελωδίες άλλης εποχής και συνήθως όχι της δικής μου. Αγάπησα Rolling Stones, Doors, Pink Floyd, Led Zeppelin.
To Angie και το Wild Horses των πρώτων και το All of my Love to You των τελευταίων τα βάζω ψηλά. Μοναδική θέση έχει ο Elvis Presley και η Janis Joplin.

-Μεγάλωσα με Έλληνες και Ιταλούς μαζί. Έμαθα τη γλώσσα, αγάπησα ανθρώπους, αγάπησα τραγούδια και τα αναζητώ ως σήμερα. Από Lucio Dalla, Andrea Bocelli, Andriano Celentano ως και τους Biagio Antonacci, Elvis Costello, Tiziano Ferro. Με μαγεύει η φωνή τους, το συναίσθημα, ο στίχος. Πρώτος απ’ όλους ως συνθέτης, ο μοναδικός Ennio Morricone.

-Θαυμάζω για την μουσικότητα των στίχων του, τη δύναμη και το πάθος του, τον ανυπέρβλητο, για μένα, Johnny Cash. Ξεχωρίζω τα Hurt, The Nearest Thing To Heaven. Μοναδική εκτέλεση στο One(U2) και U are my sunshine.
-Ακούω ευχάριστα και χορεύω με 80s, συνήθεια που άρχισε στα 17. Ξεχωρίζω τα λατρεμένα Big in Japan, When u call my name και Smooth Criminal.
-Αρρωσταίνω με λατινοισπανικά τραγούδια με αντιπροσωπευτικό δείγμα το Represent Cuba.
-Πλυμμηρίζουν συναισθήματα και αναμνήσεις από την διαμονή μου στη Ρώμη όταν ακούω reggae και ηλεκτρονική μουσική. Δεν θα βαρεθώ ποτέ να ακούω το Could You Be Loved και το Kingston’s Town.
-Ταξιδεύω με το soundtrack της Amelie και τη μουσική ευφυΐα του Moby.
-Σκίρτημα στην καρδιά το Mad about U του Sting, το Again των Archive, το When U Love Someone του Bryan Adams, το Trouble των Coldplay, το Fade Into U των Morcheeba. H τύπισσα έχει φωνάρα.
-«Κοπανιέμαι» με James. Ξεχωρίζω το Laid και το Seniorita.
-Με πιάνει ρίγος όταν ακούω το «Πάρτυ» του Μητσιά, τη «Ρόζα» του Μητροπάνου, το «Χειμωνιάτικο πρωί» και το «Ίσως φταίνε τα φεγγάρια» της Βιτάλη, το «Για σένα μπορώ» της Μαρινέλλας, το «Πάτωμα» της Πρωτοψάλτη, το "Αυτή η νύχτα μένει" της Παπίου.
-Ξεχωρίζω πρώτο τον Αλκίνοο, μετά Χατζηγιάννη και Κοργιαλά από τους σύγχρονους -κυρίως ως μουσικούς-μου αρέσουν συγκεκριμένα τραγούδια από Ξύλινα Σπαθιά και ναι αγαπώ τη φωνή και μόνο της Άννας Βίσση. Δε με απασχολεί τι κάνει, πως ντύνεται, με ποιόν κοιμάται.
Όταν ακούω το «Παραλύω» και το «Πράγματα» γίνομαι ένα με το κομμάτι.
-Last but not least, το Dance me to the end of Love. Αυτό καλά φυλαγμένο για αυτόν που θα με κάνει να θέλω να μοιραστώ τη ζωή μου.

*Συγνώμη για την πολυλογία, αλλά όταν πρόκειται περί μουσικής, δύσκολα συγκρατούμαι.
Απ’ όσο έχω τριγυρίσει, οι περισσότεροι έχουν γράψει, νομίζω έχει ξεφύγει η Αργυρένια και ο ζερο. (Αυτό ήταν πρόσκληση).

*Ρενατάκι
το ερωτηματολόγιο εντός της εβδομάδας!

Πέμπτη 3 Μαΐου 2007

Ζώνη του Λυκόφωτος

Θες κάτι η Άνοιξη, κάτι η μούρλα που με έχει πιάσει να φτιάξω -επιτέλους- το δωμάτιό μου, αλλάζοντας χρώματα, κουρτίνες, αφίσες έως και τα κεριά, είπα να αρχίσω από κάπου.
Κατέβασα καλοκαιρινά, μάζεψα χειμωνιάτικα, άρχισα τα πλυντήρια. Άρχισα. Αλλά δεν τελείωσα. Πρέπει να είναι περισσότερα από επτά χρόνια που έχουμε το συγκεκριμένο πλυντήριο, αλλά έπρεπε όταν εγώ πήρα απόφαση να βάλω 6-7 μαζεμένα να τελειώνω, να χαλάσει.
Έπειτα από μια ώρα αναμονής, ψαξίματος και...πρηξίματος σε γνωστό τηλεφωνικό αριθμό, επανηλλειμένως διαφημιζόμενο με.. Νώντες και μπουζούκια, έβγαλα κάποια άκρη βρίσκοντας ειδικό στα μέρη μου.
Ο συνταξιούχος ειδικός, προσφέρθηκε να με βοηθήσει γιατί με λυπήθηκε έτσι όπως περιέγραφα το δράμα μου και αφού μου έδωσε το τηλέφωνο ενός "απίστευτα ευγενικού και καλού κυρίου που θα τρέξει", άρχισε να με ρωτάει για το γενεολογικό μου δέντρο.
Από που βγαίνει το όνομά μου, που σημειωτέον έβαλε κάθε πιθανό σύμφωνο μπροστά από το άλφα για να καταλήξει στο σωστό αφού του το είπα δέκα φορές, αν είμαι βέρα Αθηναία, πότε γιορτάζω και αν έχω κρατήσει το τηλέφωνό του μην τυχόν και δεν βρω τον "καλό κύριο που θα τρέξει" και αφού γνωριστήκαμε και βγήκαμε γειτονάκια να μη χαθούμε κούκλα μου!
Για καλή μου τύχη, ο καλός κύριος άρχισε να τρέχει από την μια άκρη της Αθήνας στην άλλη, ενώ ο συνταξιούχος ειδικός μου είπε να περιμένω τον καλό κύριο κοντά στο σπίτι του γιατί είναι άσχετος από την περιοχή.
Αποκαμωμένη από την δουλειά και τις μπουγάδες, δεν είχα βάλει μπουκιά στο στόμα, με κάτι κόκκινα μάτια, έβαλα μια φόρμα και βγήκα για το κυνήγι του καλού κυρίου που είχε χαθεί.
Έφτασα νωρίτερα σε έναν ερημικό δρόμο, έβαλα αλάρμ, άναψα τσιγάρο, συντονίστηκα με Δίεση.
"Νοσταλγός του ροκ εντ ρολ" έπαιζε εκείνη την ώρα....Ε τραγούδησα το πρώτο ρεφρέν, το δεύτερο....τελείωσε και το τσιγάρο...Πουθενά ο καλός κύριος.
Ντριννννν....
"Δεσποινίς μου, ο κύριος Γιώργος είμαι. Ήρθε ο Βασίλης;"
"Όχι και έχω ήδη φτάσει".
"Μην ανησυχείτε, βγαίνω για παρέα".

Είναι από αυτές τις στιγμές που δικαιώνω ως εκεί που δεν πάει την Αθηνά που μου λέει πως κάνω άσκοπα τηλεφωνήματα.
Βγαίνει έξω ο άνθρωπος, βγαίνω κι εγώ από το αμάξι. Μπαίνει στο αμάξι αυτός. Με προσκαλεί. Έξω εγώ, πεισματικά αρνιόμουν έστω και να ακουμπήσω το κουμπάκι με τα αλάρμ. Άρχισε την πάρλα, ενώ περιμέναμε τον καλό κύριο ο οποίος έπειτα από δέκα δραματικά λεπτά που φάνηκαν αιώνας, κατέφτασε. Όλα τα είχα ακούσει μέσα σε αυτά τα λεπτά. Τι δουλειά έκανε, κάνει, σκοπεύει να κάνει, τι εφημερίδα διαβάζει, τι ομάδα είναι, πως ήρθε στην γειτονιά και φυσικά δεν παρέλειψε την ερώτηση για μια ακόμα φορά από πού βγαίνει το όνομά μου.

Ζω στη ζώνη του λυκόφωτος...Δε γίνεται να μου συμβαίνει εμένα αυτό, παραμιλούσα συνεχώς κοιτάζοντας παράλληλα και την Πανσέληνο...Ένα φεγγάρι ΝΑ απόψε κι εγώ εδώ να με ζαχαρώνει ο κυρ Γιώργος...
Ο καλός κύριος ήρθε, ο κυρ Γιώργος αφού μας υποχρέωσε να παραμείνουμε εκεί για πέντε ακόμη λεπτά, δήθεν μιλώντας με τον παλιό του φίλο, μας χαιρέτησε, υπενθυμίζοντάς μου να του τηλεφωνήσω και προσφωνόντας με "κούκλα" για πεντηκοστή φορά.

Το πλυντήριο φτιάχτηκε μιάμιση ώρα μετά, ο παραγωγός στη Δίεση είχε τελειώσει το πρόγραμμα, εγώ ακόμα νηστική ενώ ο κυρ Γιώργος φαντάζομαι πως θα με έβλεπε στον ύπνο του. Και σκάει ένα τηλεφώνημα- το τελειωτικό χτύπημα της βραδιάς-.

"Καλά δε μπορείς να φανταστείς τι βλέπω και τι μυρίζω αυτή τη στιγμή"
"Καλά δε μπορείς να φανταστείς πόσο δε με νοιάζει αυτή τη στιγμή"
"Κοπέλα, ένα σου λέω. Θάλασσα, ένα φεγγάρι απόλαυση και πάμε για μπύρες. Τέρμα έχεις καλέ το ραδιόφωνο, δεν ακούω καλά"


"Ναι το έχω τέρμα γιατί υπάρχουν κι άνθρωποι αγαπητή μου, που σε Πανσελήνους και ανοιξιάτικες μυρωδάτες βραδιές, κοιτούν τα νερά από το ημι-χαλασμένο πλυντήριο ακούγοντας ραδιόφωνο στο υπόγειο".

Δευτέρα 30 Απριλίου 2007

Χαιρετισμός στα όμορφα

Μύρισα όλη την Άνοιξη σε δύο μόλις μέρες. Γίνεται, αλήθεια σου λέω, γίνεται.
Καφές που αργοπεθαίνουν οι κόκκοι του πάνω στο γκαζάκι το πρωί, με δύο φουσκαλίτσες για το καλό και ροζουλί αμυγδαλιές ανθισμένες λες και τις άγγιξε χέρι αγγέλου.
Καμμένο ξύλο στη θράκα, χταπόδι με ξίδι και ούζο με απίστευτους χρωματισμούς στο γυαλί του φθαρμένου ψηλού ποτηριού για το μεσημέρι. Γαλάζιο, λευκό και απαλό γκρι, από αυτό που σε αλαφραίνει.
Γεύση για προσμονή, κεφάλι βαρύ, ομιλία που τρέχει, επιθυμία για απόλαυση. Ήλιος τεράστιος, μοναδικός, άκρως ερωτεύσιμος.
Γιασεμί και αγιόκλημα το σούρουπο με αέρα μπουκωμένο από μυρωδάτα φρεσκοπλυμένα ρούχα και αρωματικό καφέ που μου προσφέρθηκε από όμορφα πλάσματα, αυτά που θες δεν θες κρατάς στη ζωή σου, για να στην συμπληρώνουν.
Βόλτα σε μοναστηριακή πλάκα, χώμα, τσιμέντο βαμμένο μόλις χθες, μάρμαρο, χωρίς παπούτσια. Με πόδια που χορεύουν στο ρυθμό του Διόνυσου από τώρα και παίζουν ναζιάρικα με τις μουσικές από τα μαγαζάκια στην παραλία.
Ωραίοι άνθρωποι, χωρίς έγνοιες, χωρίς κρυφές ματιές. Αυτές να φοβάσαι πάντα. Τις κρυφές.
Με ένα χέρι πάντα ψηλά για πρόποση και το άλλο στα μαλλιά σου, στον ώμο, στο πιρούνι για να τους ταίσεις γλυκάκι.
-Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από αυτό.
-Κοίτα. Μόνο κοίτα και μη μιλάς.
-Χαλάει η στιγμή; Δεν γίνεται.
-Μα δες. Κλείσε τα μάτια και δες. Είναι διάδρομος. Χωρίς περιθώρεια, χωρίς εμπόδια και απαγορευτικά. Χρυσαφίζει και καίει. Και εκεί στο τέλος, οι πόρτες του παραδείσου.
-Θα περπατήσουμε πάνω στο νερό για να φτάσουμε ως εκεί;
-Θέλεις;
-Εσύ;
-Το ρωτάς; Τρελαίνομαι για τέτοια.
-Είναι στο κατόπι μας. Σα να μας ακολουθεί. Πλησιάζει το κύμα, έρχεται κοντά κι αυτός. Σα να το ζηλεύει.
-Εμάς ζηλεύει. Θέλει την ηρεμία μας, θέλει να μας χορέψει το βράδυ, να πιεί από το ποτήρι μας, να μας γδύσει, να μας νανουρίσει, να δει τα όνειρά μας. Δε μπορεί να περιμένει ως αύριο. Δε μπορεί γιατί μας ζηλεύει. Δε μπορεί. Ούτε εμείς!

Να το ζωγράφιζες δεν θα μπορούσες να πιάσεις τα χρώματά του. Ούτε την ουσία του. Μόνο όταν το ζεις, το καταλαβαίνεις. Κι ας είσαι μόνος σου. Κι ας έχεις λυπηθεί που δεν το μοιράζεσαι με αυτόν που κυβερνά τη σκέψη σου. Στο τέλος της μέρας, θα σκέφτεσαι πως αυτός έχασε. Όχι την συντροφιά σου. Αλλά ένα ηλιοβασίλεμα που είδαν τα μάτια σου.


Καλή μας Άνοιξη...

Τετάρτη 25 Απριλίου 2007

Εξάρες

Κοιμάμαι με το ράδιο ανοιχτό. Από παιδί. Δεν θυμάμαι αν το ήθελα από φόβο για συντροφιά ή για να με καλέσει πιο απαλά και γλυκά κοντά του ο Μορφέας, απλά πως κάθε πρωί ξυπνούσα αναμαλλιασμένη από την ταραχή με τις φωνές της αδερφής μου γιατί λέει δεν την άφηνα να κοιμηθεί.
-Μάτι δεν έκλεισα όλη νύχτα με τις βλακείες σου.

-Ποοό πρωί πρωί. Τι σε πείραξε; Δεν νανουρίστηκες;
-Όχι!

Βλέπω ανθρώπους καθημερινά, στον δρόμο, στο τρένο, στα φανάρια, σε δημόσιες υπηρεσίες, στη δουλειά, σε μαγαζιά και αναζητώ μέσα από κάθε έκφραση, βλέμμα, κίνηση ή τη λέξη που θα ψιθυρίσουν, την ιστορία τους. Φαντασιώνομαι τη ζωή τους. Από πού είναι, πού μένουν, που πάνε, που δουλεύουν, πως τρώνε, τι καφέ πίνουν, πως κάνουν έρωτα ή σέξ. Αν είναι ευτυχισμένοι, δυστυχείς, ή συμβιβάζονται. Ως γονείς, φίλους, εραστές, ιχνηλάτες της ζωής,παρατηρητές ή μαλάκες.

Ακούω τραγούδια και φτιάχνω με το νου βίντεο κλιπ. Στα περισσότερα επικρατεί ο χορευτικός οίστρος και οι αγκαλιές στον αέρα. Κινήσεις από αυτές που τώρα μετανιώνω που εγκατέλειψα και που το κορμί τις περιμένει να έρθουν ξανά, όπως το χώμα τη βροχή. Τότε καταριόμουν τους πάντες, που έχανα το χουζούρεμά μου για να κάνω ροντάτ στις 3 το μεσημέρι. Τότε.
Όταν τελειώνει το τραγούδι, τελειώνει και το φανταστικό βίντεο κλιπ, στο οποίο είναι όλα ρόδινα. Φυσικά.

Μετά προσπαθώ να με πείσω πως ήταν απλά παιχνίδισμα του μυαλού και πως δεν θα γίνει η φαντασία πραγματικότητα. Μερικές φορές τα καταφέρνω, άλλες πάλι όχι.

Συγκινούμαι με τις διαφημίσεις. Με το κλάμα μιας γιαγιάς ή ενός σκύλου. Παλιότερα, το δάκρυ το είχα στο τσεπάκι μου. Όλη η οικογένεια και το μισό σχολείο δεν με ήξερε με το όνομά μου, αλλά ως την "κλαψιάρα". Αυτό μάλλον μέστωσε μέσα μου και αντέδρασε με αποτέλεσμα την γνωμάτευση του οφθαλμίατρου, που είπε πως τα μάτια μου είναι ξερά, άνευ ιατρικού ουσιαστικά λόγου. "Κλαις καθόλου κορίτσι μου;" ....Πάει καιρός γιατρέ.

Γράφω για να μην ξεχνάω πως ξεκίνησα να ονειρεύομαι, πως κάποια στιγμή θα αποκτήσω το σπιτάκι μου στη θάλασσα, και θα γράφω με πένα πάνω σε ένα ξύλινο τραπεζάκι αγκαλιασμένη από τον καπνό που θα κάνουν τα αρωματικά τσιγάρα μου. Λεμονάδα θα πίνω και το αεράκι θα ακουμπάει χαδιάρικα τα κόκκινα μάγουλα, παίρνοντας μαζί του, έγνοιες και χαρτιά. Πολλά χαρτιά. Μετά θα τα κυνηγάω στα ρηχά, θα μουλιάζουν οι πατούσες από το αλάτι και τα δάχτυλά μου θα είναι γεμάτα μελάνι.

Κυνηγάω να κάνω τα πάντα. Συνεχώς νιώθω πως χάνω το τρένο. Η συνέπεια του χρόνου, θα πρέπει να είναι η έκτη μου αίσθηση. Θέλω να ικανοποιώ τις επιθυμίες μου, αλλά και των υπολοίπων, εδώ και τώρα. Το αποτέλεσμα, συνήθως είναι η μετέπειτα καταστολή για κανά μήνα, ή το "κούμπωμα" και πάλι στον εαυτό μου, επειδή δεν πρόλαβα! Και που να εξηγώ πάλι, πως εγώ έτσι είμαι.
Η άτιμη, την έχω τη δικαιολογία. Έτοιμη. Σαν καλομαγειρεμένο φαγητό μωρού. Αχνιστή, χωρίς κόκκαλα και ευκολοχώνευτη, έτσι για να βουλώσει αμέσως στοματάκια.


-Ωραία, και τί κατάφερες τώρα;
-Δεν σε καταλαβαίνω.
-Τρέχεις και πλέον δεν ξέρεις ούτε εσύ το λόγο.
-Μα θέλω!
-Μα θα σπάσεις. Ψυχοσωματικά είναι κούκλα μου όλα αυτά. Σταμάτα να βάζεις τον εαυτό σου στο υπόγειο. Πας αύριο.
-Αυτό που μπορείς να κάνεις σήμερα, δεν το αφήνεις γι' αύριο. Εγώ αυτό ξέρω!
-Ε μα δε τρώγεσαι εσύ παιδάκι μου, δεν τρώγεσαι!
-Το ξέρω.



Μόνο το "φαγητάκι" μου. χιχιχι..

Πέμπτη 19 Απριλίου 2007

Πλανεύτρα Άνοιξη

Είδα πως γύρισαν σιγά σιγά όλοι στην καθημερινότητά τους, απ' όσα διάβασα, άκουσα και πήρα μυρωδιά και είπα να δώσω κι εγώ το παρόν. Καλά είμαι ζερο μου, μην ανησυχείς. :)
Το τριήμερο του Πάσχα, μάλλον κράτησε περισσότερο για μένα. Όχι, δεν ήμουν από τους τυχερούς που ξέφυγαν από την λαίλαπα των εργαζομένων που επέστρεψαν αγχωμένοι και ξενερωμένοι στις δουλειές τους. Απλά δεν λέω να το πάρω απόφαση. Καλύτερα δεν θέλω να το πάρω απόφαση. Συνεχής ανία, κούραση, νύστα αλλά και εγρήγορση, όρεξη για αλητείες και διάθεση για βόλτες, άμμους, ταξίδια και μουσικές. Το διχασμένο της προσωπικότητας σε όλο του το μεγαλείο. Τελικά αυτή η Άνοιξη με επηρέασε περισσότερο απ' όσο περίμενα. Μάλλον, τόσο όσο πρέπει για να μπω σε ρυθμούς επαναπροσδιόρισης στόχων και συγκέντρωσης στο "έργο" μου, κάθε χρόνο τέτοια εποχή. Τρέλα.
Διάβασα και τη nosy χθες με αυτόν τον υπέροχο τίτλο στο post της, "Όχι άλλο γκρι" και κατάλαβα πως αν στίψεις το περιεχόμενο αυτών των λέξεων και βγάλεις τους "χυμούς" της φράσης, θα βγάλεις νοήματα που θα νευριάσεις μετά από την δική σου αργοπορία να τα πιάσεις από τα μαλλιά και να τα κάνεις πραγματικότητα. Δεν βοηθάει άλλωστε να βλέπουμε γκρι τα πράγματα. Σχεδόν ποτέ δεν βοήθησε.
Και δεν ήταν μόνο η nosy. Ήταν και η Καπετάνισσα που έζησα μέσα από το υπέροχο κείμενό της, το δικό μου παραμύθι με την επίσκεψή της στην Κούβα, ο ζερο, το κορίτσι -συγνώμη, η Αργυρένια, η candyblue, o melomenos κι άλλα κι άλλα blogs, που με βοήθησαν να θυμηθώ πάλι τις στιγμές που έζησα στις μικρές αλλά θαυματουργές διακοπές και να καταλάβω πως τελικά ο άνθρωπος αν θέλει να κάνει κάτι, θα το κάνει και θα το κάνει ως εκεί που δεν παίρνει άλλο. Θα το ξεχειλώσει.
Αν με πετύχαινες εκείνες τις μέρες, θα έσκαγα χαμόγελο και με την καλημέρα σου. Όλο γέλιο και ...γελοιότητες. Το απόλαυσα πραγματικά. Με συνεπήρε το γαλάζιο από το νησί και ένιωθα πως οι Κυκλάδες ήταν το κέντρο του κόσμου. Αυτές οι στιγμές είναι μερικές φορές που σε κάνουν να χαίρεσαι που ζεις σε μια τέτοια όμορφη αλλά φορές- φορές προδότρα χώρα. Για αυτό το ταξίδι ευχαριστώ τις συνταξιδιώτισσές μου, που με βοήθησαν στο να χαρώ κάθε στιγμή και να ρουφήξω το μεδούλι της απόλαυσης του να είμαι χαλαρή.
Ήταν γαλήνια και ταξιδιάρικα. Έτσι όπως πρέπει να είναι στη ζωή μας τα πράγματα, κι ακόμα κι αν δεν είναι, να τα βλέπουμε με αυτό το μάτι, σαν αθώου παιδιού, που επεξεργάζεται και βιώνει τα πάντα, με μανία, περιέργεια και πάθος.
Εκτός από αυτά, φύλαξα και κάτι άλλο για την επιστροφή. Γραμμένο με τρέμουλο στο χέρι, δύο διαφορετικούς στιλούς, με θύμησες και υγρά μάτια, έτσι για να μην ξεχνάω πως ένιωσα εκείνη τη στιγμή που ξεδίπλωνα συναισθήματα με διαφορετική οπτική αυτή τη φορά. Χωρίς θυμό, πίκρα, απογοήτευση και σμίξιμο στα φρύδια από την απορία. Με νοσταλγία μόνο και χαρά, που ακόμα είμαι ικανή και τόσο τυχερή να ζω και να καταλαβαίνω στο πετσί μου όλα αυτά που περικλείονται στην λέξη συναίσθημα.
Το παρακάτω λοιπόν, το μοιράζομαι και το αφιερώνω σε όλους και ειδικότερα στην Αργυρένια. Με αυτό το τόσο σου μεγάλο και απαγορευτικό σου ΟΧΙ σε προηγούμενο post μου, με έσπρωξες δυνατά να ξυπνήσω και να περπατήσω με τα χέρια ανοιχτά, το βήμα ταχύ και το βλέμμα στον ουρανό, που είναι πάντα γαλάζιος και φωτεινός....

"Εγώ, η θάλασσα κι εσύ. Πρώτη φορά απολαμβάνω τόσο πολύ την μοναξιά μου. Μοναδικός ήχος τα κύματα που σκάνε στα βράχια. Δε φαντάζεσαι γαλήνη. Ηρεμία. Αλάτι και χώμα οι μόνες μυρωδιές. Δε με αποσυντονίζει τίποτα. Το "εσύ" σου μόνο. Μακάρι να ήσουν εδώ. Έχει και μια καρέκλα δίπλα μου, ψάθινη με μπλε ποδαράκια. Ακόμα κι αυτή θα σου πήγαινε.
Πέρασα κι από το μαγαζί το μεσημέρι. Κατάλαβα γιατί το λατρεύεις. Είναι γεμάτο φωνές αλλά δεν ακούς τίποτα. Σε συνεπαίρνει το θαλασσί φόντο και τα λευκά τραπεζάκια. Βότκα ε; Αυτό σκεφτόμουν όταν έκατσα στο πιο απόμακρο τραπέζι, αυτό που θα σου ταίριαζε καλύτερα. Σαν να σε ένιωθα δίπλα μου ήταν. Νόμιζα πως θα απλώσεις τα χέρια, να χωθώ στην αγκαλιά σου. Να μη βλέπω τίποτα από τον ήλιο που τόσο ερωτικά άπλωνε αχτίδες στα μάτια μου, παρά μόνο τη σκιά των δικών σου ματιών. Σε έβλεπα ακόμα και να γελάς. Από ευτυχία που είσαι δίπλα μου. Είδες τώρα πως είναι η ευτυχία;
Κοιτούσα επίμονα στα ρηχά της θάλασσας τα χρώματα που έκανε το νερό από το φως του μεσημεριού. Τα είδα όλα μέσα σε αυτά. Πέρασαν όλα από μπροστά μου. Με κάθε λεπτομέρεια. Δεν είναι ειρωνικό; Το ήξερα πως κάποτε θα αλλάζαμε θέσεις. Bad timing είχες πει. Ε και; Εγώ ακόμα περιμένω τη σωστή στιγμή.
Η επόμενη συνάντησή μας θα είναι σαν μια πρώτη φορά. Δεν θα θέλω και δεν θα θες να με ξέρεις. Μόνο να είσαι εσύ θα θέλω. Να μυρίσω την αύρα σου, να δω τα χέρια σου, να μου τη πεις και να σκάσω χαμόγελο. Όπως τότε. Αλλά θα είμαστε και οι δύο εκεί, ολόκληροι, δίχως τα μισά μας "εγώ" αλλού μοιρασμένα.
Σουρούπωσε κι άρχισε να φυσάει. Γλυκό αεράκι με κάνει να ανατριχιάζω. Η καρέκλα δίπλα μου είναι ακόμα άδεια. Θα έρθεις; Δεν θα σε ρωτήσω τίποτα αυτή τη φορά. Μόνο θα σε αντικρύσω και θα καταλάβεις. Θα καταλάβεις πόσο γρήγορα θα γεμίσει το κενό μου από την παρουσία σου. Θα δεις όλες μου τις συννεφιές να περνούν με μαγικό τρόπο, με ένα σου βλέμμα.
Πόσο μου έχεις λείψει αλήθεια; Τώρα καταλαβαίνω πόσο. Σκέψου δηλαδή να ήταν μεγαλύτερες οι νύχτες. Να μην είχαν τελειωμό όπως εκείνη. Θυμάμαι ακόμα πως γύρισες το κεφάλι πάνω απ' τον ώμο και με κοίταξες. Τρόμαξα από το απλανές βλέμμα και το μισό χαμόγελο. Σχεδόν το συνειδητοποιήσα χωρίς να αλλάξουμε κουβέντα. Μια καληνύχτα μάτια μου δεν ήταν αρκετή. Δεν έφτανε. Ποτέ δεν έφτασε. Κι όμως ήταν η τελευταία."

Πέμπτη 5 Απριλίου 2007

Αποτυπώματα

Μέρες θέλω να σου γράψω και δεν ξέρω τί. Ή καλύτερα πως να στα γράψω. Ποιά μη με ρωτάς, είναι τόσα πολλά που ακόμα κι εσύ θα απορούσες με τις σκέψεις μου...
Ξορκίζονται οι δαίμονες; Αν ναι, πες μου σε παρακαλώ τον τρόπο κι από μένα ό,τι θες. Δεν θα σε φέρνω στο νου τόσο συχνά. Δεν θα ανατρέχω πίσω, ούτε θα ακούς για μένα.
Όσο πλησιάζουν οι μέρες, τόσο το χτυποκάρδι δεν έχει σταματημό. Αναπαίσθητα τελείως γίνεται. Στο ορκίζομαι. Δεν το επιδιώκω, άλλο αν μου λένε πως πάω συνεχώς γυρεύοντας.
Ξέρεις τι πιστεύω, δεν χρειάζεται να το διαβάσεις. Σου έχει μείνει μια μικρή στροφή για να κλείσεις τον κύκλο και δεν το κάνεις. Βήμα δεν κάνεις κι εγώ έχω ήδη αρχίσει να περπατάω από την άλλη άκρη. Βοήθησέ με. Κι είπαμε, από μένα ό,τι θές. Ακόμα και την μυρωδιά σου θα ξεχάσω και γνωρίζεις πόσο δύσκολο μου είναι αυτό.
Τα πιο όμορφα δάχτυλα είχες, αποτύπωμα σε δέρμα και καρδιά. Αφήνεις αλλού ίχνη και δεν μιλάω. Είπαμε, εγώ περπατάω.
Αυτές τις μέρες σχεδόν πάντα με πιάνει ένα γλυκό άγχος και μια πικρή στενοχώρια. Εσένα;
Δεν θα σου πώ άλλα, δεν περιγράφονται. Δυο στιχάκια μόνο, επετειακά..
Εγώ άμα σε φιλώ
Θα είμαι πια παιδί δικό σου
Και όταν καίει το μέτωπο σου
Εγώ θα σε φιλώ
Και θα σου παίρνω τον καημό σου
Εγώ που σε μισώ
Θα μάθω το συνδυασμό σου
Ν' ανοίξω ένα γυρισμό σου
Εγώ που σε μισώ
Χαϊδεύω κάθε φέρσιμο σου
Εγώ σ' ευχαριστώ
Που κολυμπάω στο βυθό σου
Σαν κύμα φτάνω ως το λαιμό σου
Εγώ σ' ευχαριστώ
Και ας πνιγώ για το καλό σου

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2007

I am a passenger...




Τσάντα. Κλειδιά. Κινητό. Άλλο, άλλο; ...Άρωμα! Ασανσέρ. Ισόγειο. Πεζοδρόμιο.
Βγήκε πάλι. Χωρίς λόγο. Έτσι για βόλτα. Πάλι δεν θυμάται που έχει παρκάρει. Πρώτο στενό, δεύτερο στενό, παράλληλα, κάθετα και τούμπαλιν. Ένα τέταρτο περιπλάνησης και ένα τσιγάρο που της έπεσε από τα δάχτυλα καθώς έψαχνε τα κλειδιά στην αχανή τσάντα κι άρχισε να βρέχει πάλι.
Χωρίς βενζίνη, χωρίς νερό για τα τζάμια. Χωρίς σκοπό. Μόνο με επιθυμία, που ούτε η ίδια ήξερε για τί πράγμα. Με ανάμνηση. Με εικόνες μπλεγμένες με χιλιάδες σκέψεις από τιμολόγια, πρωϊνό ξύπνημα, σελίδες, ντύσιμο, βόλτες, ξενύχτια, τον μικρό, τα κορίτσια, τη πιστωτική...
Ραδιόφωνο. Φλας. Φανάρι. Ανοιχτό παράθυρο. Πάντα ανοιχτό το παράθυρο για να φεύγει η κάπνα. Χαζεύει τον διπλανό που την κοιτάει επίμονα. Χαμηλώνει το βλέμμα, γυρνάει από την άλλη το κεφάλι. Της αρέσει που έχει κίνηση. Σε ποιό ραντεβού άλλωστε να αργήσει; Παρατηρεί κάθε βιτρίνα, κάθε περαστικό, κάθε αμάξι. Μπροστά και πίσω της ΙΧ με ζευγάρια. Χάδια, φιλιά κι αυτή στη μέση. Οι εικόνες γίνονται πιό έντονες. Περιπλανιέται μέσα τους με τα ακούσματα της βροχής, τις κόρνες και τον Galaxy. Μα πού θέλει να παέι;
Αθηνάς, Ερμού, Ψαραγορά, παρκάρει. Παρανομία; Ε και; Πρώτη φορά θα είναι; Λίγο το περπάτημα, λίγο η βροχή, κάτι ο κόσμος και οι αναπάντητες στο κινητό και ξαφνικά βρήκε σκοπό. Ψάχνει τρόπο να τον πετύχει. Αλκόολ; Τηλέφωνο; Χορός; Εκδίκηση; Να γυρίσει πίσω;
Η αναζήτηση τη βγάζει σε κάποιο στενό της Πλάκας. Με μυρωδιές από δέρμα, σκουπίδια και κεμπάπ παρατηρεί όρθια, ακούνητη σαν άγαλμα τον αριθμό στο κινητό. Ένα- ένα τα νούμερα της λένε κι από κάτι. Κι αν δεν έχει σήμα; Κι αν δεν απαντήσει; Κι αν είναι κλειστό; Κι αν δεν ξέρει τον αριθμό; Δεν ξέρει τον αριθμό;!
Γυρνάει αλλού το βλέμμα, ψάχνοντας απάντηση στα φώτα. Μια μηχανή θα ήθελε να είχε τώρα. Μια μηχανή να αποθανατίσει τη μαγεία. Πρώτη φορά της αρέσουν τόσο πολύ τα χρώματα στην Ακρόπολη.
Σταμάτησε η βροχή και μυρίζει τα μαλλιά της, που οι σταγόνες τους πήραν την ευωδιά του σαμπουάν. Σκάει ένα χαμόγελο καθώς βλέπει να στάζει ολόκληρη και τα πόδια της να κάνουν θορύβους όπως τα κουνάει, μες στη λάσπη.
Ανοίγει τα χέρια, κάνοντας κύκλους γύρω από τον εαυτό της. Πέφτει το κινητό, θρύψαλλα η μπύρα, κομμάτια οι εκόνες. Γελάει και μυρίζει την ατμόσφαιρα. Νωπή, όπως και η επιθυμία τελικά. Ξάφνου της έρχεται ένα τραγούδι.
I am the passenger
And I ride and I ride
I ride through the citys backside
I see the stars come out of the sky
Yeah, theyre bright in a hollow sky
You know it looks so good tonight
I am the passenger
I stay under glass
I look through my window so bright
I see the stars come out tonight
I see the bright and hollow sky
Over the citys a rip in the sky
And everything looks good tonight
Singin la la la la la-la-la la
La la la la la-la-la la